Σφήλου

Σφήλου
Σφή̱λου , Σφῆλος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ίασος — I (τέλη 5ου αι. π.Χ.). Αθηναίος γλύπτης. Από μία επιγραφή φαίνεται πως είχε εργαστεί στη ζωφόρο του Ερεχθείου κατά τα έτη 408 407 π.Χ. II Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βασιλιάς του Άργους· από αυτόν το Άργος ονομάστηκε Ιάσιον. 2. Γιος του Άργου… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”